Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τον Αυτισμό, 2η Απριλίου

Ο όρος «αυτισμός» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1911, από τον ψυχίατρο Eugen Bleuler, περιγράφοντας την κοινωνική και επικοινωνιακή δυσκολία των ατόμων αυτών με τον κοινωνικό τους περίγυρο.

Μοιραστείτε το

Το 1944 ο αυστριακός παιδίατρος, ο Hans Asperger, περιέγραψε παιδιά με αντίστοιχες διαταραχές, την οποία ονόμασε «Αυτιστική Ψυχοπάθεια της παιδικής ηλικίας». Οι διαγνωστική τριάδα των διαταραχών αυτιστικού φάσματος περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1979, από την Lorna Wing στη Μεγάλη Βρετανία. Οι διαταραχές αυτές αφορούν στην κοινωνική αλληλεπίδραση, την κοινωνική επικοινωνία και την στερεότυπη συμπεριφορά.

Η 2η ημέρα του Απρίλη έχει οριστεί ως παγκόσμια ημέρα Ενημέρωσης για τον Αυτισμό.

Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) η συχνότητα των διαταραχών της ανάπτυξης το 2006 ήταν περίπου 1%, δηλαδή 1 στα 110 άτομα πληρούσε τα κριτήρια της διάγνωσης. Νεότερα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι, το 2010 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 1 στα 68 άτομα (1,47%).Οι διαταραχές αυτιστικού φάσματος, σύμφωνα με το διαγνωστικό σύστημα DSM-V, χαρακτηρίζονται από δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση και στην επικοινωνία (προβλήματα στην κοινωνική επικοινωνία), αλλά και από επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές και μονότονα ενδιαφέροντα ή δραστηριότητες. Συνήθως, οι δυσκολίες αυτές εμφανίζονται στην πρώτη παιδική ηλικία, έως τα 3 έτη, αλλά τα λειτουργικά προβλήματα, που προκύπτουν από τις διαταραχές αυτές, μπορεί να εμφανιστούν αργότερα. Αρκετά άτομα με αναπτυξιακή διαταραχή της ανάπτυξης εμφανίζουν «συμπτώματα» και από μικρότερες ακόμη ηλικίες, ακόμη και από τη γέννηση.

Η διάγνωση πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας (αναπτυξιολόγοι, παιδοψυχίατροι) ή ιδανικά από διεπιστημονική ομάδα ειδικών (αναπτυξιολόγος, παιδονευρολόγος, κλινικός γενετιστής, ψυχολόγος, παιδοψυχίατρος, λογοθεραπευτής και εργοθεραπευτής). Δεν υπάρχουν ειδικά αιματολογικά τεστ, που να οδηγήσουν στη διάγνωση του αυτισμού. Αντίθετα τα κριτήρια διάγνωσης βασίζονται στην κλινική παρατήρηση της συμπεριφοράς του παιδιού, στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη (αναπτυξιακά ορόσημα), στις πληροφορίες που παραθέτουν οι γονείς, αλλά και σε ειδικά διαγνωστικά εργαλεία.

Η μοναδική διαθέσιμη έως στιγμής θεραπεία είναι η πρώιμη διάγνωση και η πρώιμη παρέμβαση με ειδικά προγράμματα λογοθεραπείας, εργοθεραπείας, αισθητηριακής ολοκλήρωσης και ψυχοκοινωνικής εκπαίδευσης.

Πότε θα αναζητήσετε τη βοήθεια του ειδικού;

Όταν το παιδί σας:

• έχει καθυστέρηση επικοινωνιακού λόγου
• δεν γυρίζει στο όνομά του
• δεν ζητά λεκτικά τα αντικείμενα που επιθυμεί
• μιλά για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο
• δεν δείχνει αντικείμενα με τον δείκτη, τα οποία κεντρίζουν το ενδιαφέρον του
• δεν κοιτάζει αντικείμενα που κάποιος άλλος δείχνει
• δεν ενδιαφέρεται ή δεν παίζει με άλλα παιδιά της ηλικίας του
• αποφεύγει την βλεμματική επαφή
• δεν αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα των άλλων ή δεν μπορεί να επικοινωνήσει τα δικά του
• ηχολαλεί
• κάνει επαναληπτικές κινήσεις, στερεοτυπικά, μονότονα
• αντιδρά περίεργα σε οσμές, ήχους, υφές, γεύσεις
• εμφανίζει σημαντικές δυσκολίες στις αλλαγές του προγράμματος
• δε παίζει συμβολικό παιχνίδι. Προτιμά να παίζει μόνο του ή παράλληλα με τα άλλα παιδιά, αλλά όχι μαζί τους
• σειροθετεί τα παιχνίδια του. Δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις λεπτομέρειες των παιχνιδιών ή των αντικειμένων
• δεν αναγνωρίζει το κοινωνικό πλαίσιο
• χάνει δεξιότητες που είχε προηγουμένως κατακτήσει.

Συζητήστε για την ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού σας με τον παιδίατρο σας.

Ενημερωθείτε! Δράστε άμεσα!

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Δείτε επίσης

Παιδιατρικές Λοιμώξεις

Μηνιγγιτιδόκοκκος Οροομάδας Β

Τo βακτήριο (Neisseria Meningitidis ή μηνιγγιτιδόκοκκος) που προκαλεί τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο διακρίνεται σε πέντε οροομάδες (Α, B, C, W-135 και Y). Η οροομάδα τύπου Β (MenB) ευθύνεται για την πλειοψηφία των περιστατικών (περίπου 90%) στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα.

Scroll to Top