Μόνο ένα μικρό ποσοστό της παιδικής παχυσαρκίας οφείλεται σε ενδοκρινολογικά προβλήματα, όπως ο υποθυρεοειδισμός, η υπερκορτιζολαιμία, η ανεπάρκεια αυξητικής ορμόνης. Τα γενετικά σύνδρομα που συνδέονται με την παιδική παχυσαρκία αποτελούν και αυτά μικρό ποσοστό.
Τόσο το γονιδιακό υπόστρωμα ενός ατόμου, όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες επιδρούν στην τελική έκφραση του φαινοτύπου του ατόμου. Μελέτες έχουν δείξει πως παιδιά με παχύσαρκους και τους δύο γονείς έχουν 80% πιθανότητα να είναι παχύσαρκα, όταν ο ένας γονιός μόνο είναι παχύσαρκος 40% και μόνο 8% όταν κανένας από τους γονείς δεν είναι παχύσαρκος.
Αρκετοί πολυμορφισμοί και γονίδια, καθώς και επιγενετικοί μηχανισμοί, επιδρούν στην όρεξη, στον μεταβολισμό και στον καθορισμό του σωματότυπου ενός ατόμου.
Σημαντικό ρόλο, δεδομένου του γενετικού υποστρώματος του κάθε ανθρώπου, παίζουν και οι διατροφικές συνήθειες. Η ισορροπία των θρεπτικών συστατικών, ο καταμερισμός των γευμάτων κατά τη διάρκεια της ημέρας, καθώς και οι συνολικά προσλαμβανόμενες θερμίδες, παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Είναι γνωστό, πως ο τρόπος ζωής και το διατροφικό περιβάλλον των παχύσαρκων παιδιών είναι πολύ διαφορετικό από αυτό παιδιών φυσιολογικού βάρους. Η κατανάλωση τροφών υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος και αναψυκτικών, η κατανάλωση «έτοιμων φαγητών», η μειωμένη ή καθόλου φυσική δραστηριότητα, ο καθιστικός τρόπος ζωής και οι πολλές ώρες τηλεθέασης ημερησίως, είναι μερικοί από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της παιδικής παχυσαρκίας.
Τέλος, πολύ σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση και στη διατήρηση της παιδικής παχυσαρκίας παίζουν και ψυχολογικά αίτια, όπως έχουμε ήδη αναφέρει νωρίτερα. Τα παχύσαρκα παιδιά και έφηβοι, έχουν συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση και κακή εικόνα εαυτού, με αποτέλεσμα την έλλειψη κινήτρων και τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου μη ισορροπημένης διατροφής και ταυτόχρονα κακής εικόνας εαυτού.
Συμπερασματικά, λόγω των υψηλών ποσοστών παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας στη χώρα μας, η άμεση λήψη μέτρων είναι αναγκαία.
Απαιτείται μια πολυδιάστατη προσέγγιση του παχύσαρκου παιδιού και της οικογένειάς του, με παρεμβάσεις και τροποποιήσεις σε πολλαπλά επίπεδα. Στόχος μας θα πρέπει να είναι η σωστή ενημέρωση για τις επιπτώσεις της παιδικής παχυσαρκίας, η εκπαίδευση του ίδιου του παιδιού και του περιβάλλοντός του, η διαιτητική παρέμβαση, με μείωση των θερμίδων, η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, η αλλαγή του τρόπου ζωής και των διατροφικών συνηθειών.
Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων απαιτείται πλήρης ιατρική εξέταση και αποκλεισμός πιθανών οργανικών διαταραχών, ψυχολογική υποστήριξη και διαιτολογική παρέμβαση και μακροχρόνια παρακολούθηση των παχύσαρκων παιδιών σε καλά οργανωμένες μονάδες.